Πως τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων κινδυνεύουν από ανεύθυνους πολιτικούς και την γραφειοκρατία
Του Δρ. Ηλία Κονοφάγου
Επί
20 χρόνια τώρα, όλοι εμείς οι Έλληνες ειδικοί του τομέα της έρευνας και
παραγωγής κοιτασμάτων υδρογονανθράκων διαπιστώναμε, με έκπληξη και
αγωνία, να συμβαίνουν απίστευτα και πρωτοφανή γεγονότα στη χώρα μας. Τα
γεγονότα αυτά αφορούν σε ενέργειες αρμόδιων υπουργών (δηλ. των υπουργών
Εξωτερικών και Ενέργειας) στο θέμα της ανάδειξης του ορυκτού μας
πλούτου, οι οποίες, ως Έλληνες και ως ειδικούς, μας θλίβουν βαθύτατα.
Όπως
θα διαπιστώσετε στη συνέχεια, πολλές από τις ενέργειες που περιγράφουμε
βρίσκονται έξω από κάθε καλή πρακτική της βιομηχανίας του πετρελαίου
και έξω από κάθε τρέχουσα νομιμότητα. Δυστυχώς, στο παρελθόν, τα
γεγονότα αυτά δεν έγιναν αντιληπτά από το ευρύ κοινό, διότι, για να
γίνει αυτό απαιτείτο ειδική γνώση.
Ας
πάρουμε όμως ένα προς ένα και σε γενικές γραμμές, τα γεγονότα αυτά, τα
οποία ζήσαμε και τα οποία εξακολουθούμε να βιώνουμε και σήμερα:
Η περίπτωση του κοιτάσματος Πρίνου
Το
1999, ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, ως υπουργός Ενέργειας (Ανάπτυξης τότε),
φρόντισε –έξω από κάθε τρέχουσα νομιμότητα- να παραδώσει με «απευθείας
ανάθεση» τη διαχείριση των κοιτασμάτων του Πρίνου και της Νότιας Καβάλας
στην ιδιωτική εταιρεία Ευρωτεχνική Α.Ε. και αυτό αποκλειστικά και μόνον
γιατί οι μέτοχοι της Ευρωτεχνικής ήταν πρώην εργαζόμενοι στα κοιτάσματα
αυτά και κομματικοί φίλοι του αρμόδιου υπουργού.
Όλα
τα παραπάνω, έγιναν κατά παρέκκλιση της κείμενης Νομοθεσίας (δηλ. του
«νόμου των υδρογονανθράκων» 2289/95 και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 94/22)
που προβλέπει «Παραχώρηση Δικαιωμάτων Έρευνας και Εκμετάλλευσης
Κοιτασμάτων Υδρογονανθράκων» σε τρίτους αποκλειστικά και μόνον μέσω
διεξαγωγής διεθνούς διαγωνισμού.
Η
διεξαγωγή διεθνούς διαγωνισμού θα επέτρεπε την επιλογή οικονομικά
εύρωστου αναδόχου, κατάλληλου να επενδύσει μεγάλα κεφάλαια και έτσι να
διατηρήσει όλες τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας και, παράλληλα, να
ανακαλύψει νέα κοιτάσματα στην περιοχή (σχ. ιστολογίου: μήπως ο κ.
Βενιζέλος ήθελε να εξασφαλίσει τους «δικούς» του ανθρώπους αλλά και
παράλληλα να παρατείνει μία διαδικασία που θα επέφερε περισσότερα
χρήματα στο ελληνικό δημόσιο; Και αν ναι, είχε κάποιο πλάνο και
συγκεκριμένο όφελος ο ίδιος από αυτή την «αδόκιμη» παραχώρηση
δικαιωμάτων;)
Αντ’
αυτού και με δεδομένο ότι η Ευρωτεχνική ΑΕ δεν διέθετε κανένα κεφάλαιο,
ο ίδιος ο υπουργός φρόντισε να προικιστούν οι «ημέτεροι» διαχειριστές
των κοιτασμάτων με ζεστό κρατικό χρήμα ύψους 5 εκατ. δολαρίων,
προερχόμενο από την εταιρεία «Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε.», η οποία την
εποχή εκείνη, ήταν ακόμη δημόσια επιχείρηση…
Παράλληλα,
την ίδια εποχή, κατά σκανδαλώδη τρόπο και κατά παρέκκλιση κάθε είδους
καλής πρακτικής της βιομηχανίας πετρελαίου, δαπάνη ύψους 50 εκατ.
δολαρίων, που αφορούσε στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος των
κοιτασμάτων του Πρίνου, φορτώθηκε στην πλάτη του ελληνικού λαού!
Σύμφωνα
με το ν. 98/75, τη συνολική δαπάνη αποκατάστασης του περιβάλλοντος στο
τέλος της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων Πρίνου επωμίζεται, αποκλειστικά,
η ανάδοχος εταιρεία, για την περίπτωσή μας η NAPC (Κοινοπραξία Denison
Mines). Με βάση το νόμο αυτό, στη λήξη της παραγωγής η εταιρεία αυτή
ήταν υποχρεωμένη να «ξηλώσει» το σύνολο των θαλάσσιων και χερσαίων
εγκαταστάσεων παραγωγής, αποκαθιστώντας έτσι το περιβάλλον στην περιοχή.
Αντ’
αυτού, ο αρμόδιος υπουργός κ. Βενιζέλος, με σχετικό νόμο, απάλλαξε
πλήρως την ανάδοχο NAPC από την αποκλειστική αυτή υποχρέωσή της, ενώ
παράλληλα απάλλαξε από την υποχρέωση και τον επόμενο ανάδοχο, την
Ευρωτεχνική Α.Ε. Με τον τρόπο αυτό, η υποχρέωση αποκατάστασης του
περιβάλλοντος φορτώθηκε αποκλειστικά στο Ελληνικό Δημόσιο. Να
σημειώσουμε ότι παντού στον κόσμο η συγκεκριμένη αυτή υποχρέωση
αποκατάστασης του περιβάλλοντος είναι αποκλειστική υποχρέωση του
αναδόχου, όπως εξάλλου αυτό προέβλεπε ο σχετικός Ελληνικός νόμος 98/75.
Η επικύρωση των Συμβάσεων Παραχώρησης Δικαιωμάτων Έρευνας και Παραγωγής Κοιτασμάτων στην Ελλάδα
Οι
υπουργοί Εξωτερικών και Ενέργειας κ.κ. Βενιζέλος και Μανιάτης
παραπλάνησαν(;) πρόσφατα ακόμη και τον ίδιο τον πρωθυπουργό της χώρας,
διακηρύσσοντας ότι δήθεν είναι υποχρεωμένοι –για λόγους διαφάνειας!- να
επικυρώνουν τις συμβάσεις αναδόχων κοιτασμάτων στην Βουλή και όχι, όπως
προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, να επικυρώνονται οι συμβάσεις από τον
αρμόδιο υπουργό. Είναι φανερό ότι η αναμενόμενη επιπλέον γραφειοκρατία,
που τελικά θα προκύψει στη Βουλή, θα οδηγήσει στην παραμονή των
ελληνικών κοιτασμάτων στα συρτάρια του αρμόδιου υπουργείου…
Και να εξηγήσουμε…
Το
1976 με το νόμο 468/76, επί κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή και υπουργού
Βιομηχανίας Κ. Κονοφάγου, καταργήθηκε ένα πολύ χρονοβόρο στάδιο
γραφειοκρατίας των Συμβάσεων Αναδόχων Έρευνας και Παραγωγής Κοιτασμάτων
Υδρογονανθράκων στη χώρα μας. Αυτό επιτεύχθηκε με πρόβλεψη να μην
επικυρώνονται οι Συμβάσεις Αναδόχων Υδρογονανθράκων από τη Βουλή των
Ελλήνων (όπως συνέβαινε την περίοδο 1910 – 1967), αλλά να επικυρώνονται
από τον αρμόδιο υπουργό Ενέργειας μετά από πρόταση έμπειρων στελεχών
υψηλότατου επιπέδου (δηλαδή της αρμόδιας υπηρεσίας του υπουργείου ή
φορέα υδρογονανθράκων π.χ. ΔΕΠ Α.Ε./ΔΕΠ-ΕΚΥ Α.Ε. ή διεθνών ινστιτούτων
υδρογονανθράκων).
Να
σημειώσουμε ότι αυτό που προτάθηκε, πρόσφατα, από τον αρμόδιο υπουργό
πραγματοποιείται μόνο σε χώρες του Τρίτου Κόσμου, ενώ σε όλες,
ανεξαιρέτως, τις χώρες της Ε.Ε. οι αρμόδιοι υπουργοί Ενέργειας
επικυρώνουν τις συμβάσεις παραχώρησης δικαιωμάτων και όχι τα
κοινοβούλια.
Ο
λόγος που δεν υποβάλλονται οι συμβάσεις υδρογονανθράκων στη Βουλή
οφείλεται στο ότι η Εθνική Αντιπροσωπεία έχει ήδη ψηφίσει –μέσω των
νόμων 468/76 και 2289/95-λεπτομερές «Πλαίσιο» των σχετικών Συμβάσεων. Η
τρέχουσα νομοθεσία περιγράφει με σαφήνεια το πολιτικό, τεχνικό,
οικονομικό και νομικό περιεχόμενο των συμβάσεων παραχώρησης «τεμαχίων»
επενδύσεων προς ανάδοχες εταιρείες. Είναι φανερό ότι, εάν ο αρμόδιος
υπουργός δεν αναλάβει τις ευθύνες του βάσει της κείμενης νομοθεσίας
ουδείς σοβαρός επενδυτής πρόκειται να διακινδυνεύσει τον διασυρμό του,
την αξιοπιστία του και τη σύμβασή του, καθυβριζόμενος –στο γνωστό κλίμα
οξείας κομματικής αντιπαράθεσης- στη Βουλή, ειδικά πάνω σε τόσο
ιδιαίτερα ειδικά τεχνικά ή οικονομικά θέματα.
Το «Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γενεών» και ο Παραγκωνισμός των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων
Ο
αρμόδιος υπουργός Ενέργειας Γ. Μανιάτης, παραπλανώντας κατάφωρα τον
ελληνικό λαό, κατάφερε πρόσφατα να συγκινήσει τον πολιτικό κόσμο της
χώρας, προωθώντας στη Βουλή το «Εθνικό Ταμείο Κοινωνικών Αλληλεγγύης
Γενεών» το οποίο, ως γνωστόν, αναφέρεται στη δέσμευση μελλοντικών εσόδων
από αναμενόμενες ανακαλύψεις Ελληνικών Κοιτασμάτων Υδρογονανθράκων. Το
σχετικό νομοσχέδιο προβλέπει τα εν λόγω έσοδα να κατευθύνονται
αποκλειστικά στην στήριξη των (νοσούντων σήμερα) ασφαλιστικών ταμείων
και των εξ αυτών συντάξεων. Το νομοσχέδιο όμως αυτό δεν αναφέρει και δεν
προβλέπει απολύτως τίποτε, ώστε η στήριξη αυτή των ταμείων να μην
καταλήξει στο γνωστό σκάνδαλο των «Δομημένων Ομολόγων», ομολόγων που στο
παρελθόν οδήγησαν τα ασφαλιστικά ταμεία στην απόλυτη καταστροφή.
Σύμφωνα
με το υπουργείο, το ανωτέρω νομοσχέδιο στηρίχθηκε στο μοντέλο της
Νορβηγίας, η οποία όμως στο παρελθόν χειρίστηκε το εν λόγω θέμα τελείως
διαφορετικά και πολύ πιο υπεύθυνα. Η Νορβηγία δημιούργησε το Ταμείο
Αλληλεγγύης 20 χρόνια μετά την έναρξη της παραγωγής πετρελαίου, δηλαδή
το 1990, και αυτό μετά την ανακάλυψη του πρώτου μεγαλύτερου κοιτάσματος
πετρελαίου της Βόρειας Θάλασσας το “Ekofisk”, το 1969. Τα πρώτα 20
χρόνια, το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων του κράτους επανεπενδύονταν με
παραγωγικό τρόπο στην ανάπτυξη νέων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων για τη
δημιουργία επιπλέον ορυκτού πλούτου προς όφελος των μελλοντικών γενεών.
Ένα δε αρκετά μικρότερο ποσοστό (περί το 25%) επενδύονταν στην
ισχυροποίηση του Πολεμικού Ναυτικού και των ενόπλων δυνάμεων, γενικά,
της Νορβηγίας, με στόχο την προστασία των εγκαταστάσεων παραγωγής μέσα
στη νορβηγική υφαλοκρηπίδα (σήμερα και ΑΟΖ) από δολιοφθορές, πειρατεία ή
άλλες απειλές που προέρχονταν από την τότε ΕΣΣΔ.
Ο Φορέας Διαχείρισης Δικαιωμάτων Ορυκτού Πλούτου Υδρογονανθράκων του Δημοσίου (ΕΔΕΥ Α.Ε.)
Ως
υφυπουργός (τότε) Ενέργειας, ο κ. Μανιάτης είχε καταθέσει, επίσης, στη
Βουλή το νόμο 4001/2011 με τον οποίο ιδρύθηκε, βάση συνταγής του
παρελθόντος, φορέας διαχείρισης δικαιωμάτων του Δημοσίου με στόχο την
ανάδειξη του ελληνικού ορυκτού πλούτου υδρογονανθράκων και την
προσέλκυση επενδύσεων εταιρειών.
Ο
φορέας αυτός, με την ονομασία ΕΔΕΥ Α.Ε., αποτέλεσε για το Δημόσιο
ίδρυση μίας επιπλέον ΔΕΚΟ! Ως γνωστόν, η εταιρεία αυτή δεν έχει μέχρι
σήμερα ενεργοποιηθεί επίσημα, διότι απαιτείται, βεβαίως, η απαραίτητη
οικονομική στήριξή της από την κυβέρνηση. Η οικονομική αυτή στήριξη
αντιμετώπισε την άρνηση του αρμόδιου υπουργείου Οικονομικών και της
τρόικα, που μάταια περιμένουν, εδώ και μήνες, να εξυγιανθούν οικονομικά
οι υπόλοιπες 50 υψηλόμισθες ΔΕΚΟ και αυτό, ώστε να μπορέσει να δοθεί το
σχετικό πράσινο φως για την ενεργοποίησή της. Πρέπει να επισημάνουμε,
επίσης, ότι παρόμοιος φορέας υδρογονανθράκων δεν υπάρχει σε καμία άλλη
χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου εκεί λειτουργούν ολιγομελείς και
υψηλότατου επιπέδου κρατικές υπηρεσίες ή Ανεξάρτητες Αρχές.
Ο Μαραθώνιος της υπογραφής και της Επικύρωσης των Συμβάσεων Ανοικτής Πόρτας (Open Door)
Μέχρι
σήμερα ο αρμόδιος υπουργός Ενέργειας δεν έχει ακόμη υπογράψει τις
Συμβάσεις Παραχώρησης «ανοικτής πόρτας» (Open Door) της Δυτικής Ελλάδας
που άρχισε να τις προετοιμάζει από το 2011.
Έχουν
περάσει από τότε τρία χρόνια γραφειοκρατικής διαδικασίας και οι
συμβάσεις αυτές δεν έχουν ακόμη υπογραφεί. Μετά την υπογραφή των
συμβάσεων θα χρειαστεί –μετά από επιθυμία του υπουργού- να ψηφισθούν από
το Κοινοβούλιο και ουδείς γνωρίζει ακόμη πόσος χρόνος θα χρειαστεί γι
αυτό.
Να
υπενθυμίσουμε ότι, το 1995, η διευθύνουσα σύμβουλος της ΔΕΠ-ΕΚΥ κα
Τερέζα Φωκιανού, επί υπουργίας Αναστάσιου Πεπονή, χρειάστηκε μόλις 15
μήνες, συνολικά, για να προσελκύσει, να διαπραγματευθεί και να υπογράψει
ανάλογες συμβάσεις παραχωρήσεων. Αυτό επιτεύχθηκε με τρόπο
επαγγελματικά άψογο, χρησιμοποιώντας συνεργάτες υψηλού κύρους και
εμπειρίας. Από γραφειοκρατική πάντως άποψη δεν χρειάσθηκε οι συμβάσεις
αυτές να οδηγηθούν προς επικύρωση στη Βουλή των Ελλήνων. Με αυτό τον
τρόπο, κερδήθηκε πολύτιμος χρόνος προς όφελος όλων.
Η τύχη των αιτήσεων της Εταιρείας RATIO Oil η οποία το 2010 ανακάλυψε το κοίτασμα Λεβιάθαν στην ΑΟΖ του Ισραήλ
Στην
περίπτωση που μία πετρελαϊκή εταιρεία υποβάλλει αίτηση απόκτησης
επενδυτικών δικαιωμάτων έρευνας και παραγωγής κοιτασμάτων
υδρογονανθράκων σε περιοχή της Ελληνικής Επικράτειας, το ΥΠΕΚΑ είναι
υποχρεωμένο να διεξαγάγει, το συντομότερο δυνατόν, διεθνή διαγωνισμό για
την παραχώρηση της περιοχής για την οποία υπεβλήθη η αίτηση. Αυτό
προβλέπει η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης 94/22 και ο τρέχων Νόμος
Υδρογονανθράκων 2289/95.
Σύμφωνα
με τα παραπάνω, η εταιρεία (Ισραηλινών συμφερόντων) Ratio Oil την οποία
διευθύνει ο άνθρωπος που ανακάλυψε το κοίτασμα Λεβιάθαν στο Ισραήλ, ο
κ. Eitan Eisenberg, υπέβαλε στις2 Σεπτεμβρίου 2013, μαζί με την
εταιρεία Energean Oil & Gas, αίτηση απόκτησης δικαιωμάτων σε
περιοχές του Θερμαϊκού Κόλπου και του Κόλπου του Ορφανού. Η αίτηση αυτή
έγινε αποδεκτή από το ΥΠΕΚΑ στις 8 Οκτωβρίου 2013, οπότε και
δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Κατά
τη Ratio Oil, οι κόλποι του Θερμαϊκού και του Θερμαϊκού και του Ορφανού
μπορούν να θεωρηθούν κλειστοί κόλποι και εξ αυτού δεν υπάγονται στη
συμφωνία Οζάλ – Παπανδρέου περί απαγόρευσης διεξαγωγής ερευνών στην
ανοικτή θάλασσα του Αιγαίου Πελάγους
Ο
υπουργός Εξωτερικών Ευ. Βενιζέλος φαίνεται ότι δεν τόλμησε τελικά, μέσα
στα χρονικά όρια που προβλέπονται από το νόμο, να δώσει τη σχετική
άδεια στο ΥΠΕΚΑ, ώστε να προκηρυχθεί διαγωνισμός και να εφαρμοστούν η
Ευρωπαϊκή Οδηγία και η τρέχουσα ελληνική νομοθεσία. Το αποτέλεσμα,
τελικά, ήταν να ρεζιλευτούμε διεθνώς και, επί της ουσίας, οι καθ’ όλα
καλές μας σχέσεις με τον επιχειρηματικό κόσμο του Ισραήλ να ψυχρανθούν
σημαντικά.
Μέχρι
σήμερα, δεν έχει δοθεί ακόμη καμία επίσημη απάντηση στην Ratio Oil από
το ΥΠΕΚΑ και, αντ’ αυτού, περιμένουμε όλοι τα παιδιά μας να βρουν κάπου
δουλειά στην Ελλάδα!
Πηγή περιοδικό «Άμυνα και Διπλωματία»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου